Παιδί, Γονείς, Οικογένεια

Η ψυχολογία του βρέφους

Τί χρειάζονται τα βρέφη; Τί αισθάνονται; Τι καταλαβαίνουν; Θυμούνται;

Δείτε τις απαντήσεις.


Ανάμεσα στο βρέφος και στη μητέρα αναπτύσσεται ένας ισχυρός δεσμός. Η μητέρα αισθάνεται τις ανάγκες του βρέφους και ανταποκρίνεται. Απαντά. Το βρέφος πεινά η μητέρα απαντά με φαγητό. Το βρέφος κλαίει η μητέρα απαντά με αγκαλιά και λίκνισμα. Το βρέφος κουνάει τα χέρια του και τα πόδια του, η μητέρα του απαντά με χαμόγελο, του μιλάει, το χαιδέυει, το ξανα-αγκαλιάζει. Αυτές τις «απαντήσεις» της μητέρας, το βρέφος τις καταγράφει μέσα του.

Τις ενσωματώνει. Γίνονται μέρος του εαυτού του. Αυτές οι απανήσεις δίνουν με τον χρόνο στο βρέφος την αίσθηση του εαυτού. Ο εαυτός δηλαδή αναπτύσσεται και δομείται μέσα από τις αντιδράσεις της μητέρας. Χωρίς αυτές, τα αντικείμενα φαίνονται αποσπασματικά, διαχωρισμένα, ασαφή, έχουν διπλές και τριπλές έννοιες, καί φοβίζουν το βρέφος.

Το χάδι είναι πολύ σημαντικό γιατί αποτελεί τον κυρίως τρόπο μέσα από τον οποίο το βρέφος αποκτά την αίσθηση της ταυτότητας. Η έννοια της «αίσθησης της ταυτότητας» δηλώνει ότι το άτομο αισθάνεται ένα και μοναδικό και ότι δεν είναι ένα με τη μητέρα και τον κόσμο. Χωρίς το άγγιγμα, δηλαδή το χάδι, την αγκαλιά, το κούνημα, το βρέφος δεν μπορεί να συγκροτήσει την εικόνα του εαυτού του. Όταν γεννηθεί ένα μωρό δεν έχει την αίσθηση ότι το ίδιο είναι ξεχωριστό. Νιώθει σα να είναι συγχωνευμένο με τα πράγματα και τα πρόσωπα γύρω του. Με τα παιχνίδια του, με το δωμάτιό του, με την μητέρα, με τον πατέρα, με την ατμόσφαιρα, με τις μυρωδιές, με όλα γύρω του. Νιώθει ενσωματωμένο με όλα τα οπτικά, απτικά, οσφρητικά, γευστικά καί ακουστικά ερεθίσματα. Όλα αυτά αρχίζουν να γίνονται ξεχωριστά στην εσωτερική εμπειρία του βρέφους από εκείνη τη στιγμή που η μητέρα χρησιμοποιώντας τον ισχυρό δεσμό της με το βρέφος, αρχίζει να έχει αυτή την οικεία επαφή μαζί του.

Τέλεια μητέρα δεν υπάρχει. Αλλά αυτό δεν είναι σημαντικό. Απλώς το αναφέρω για να δείξω στις μητέρες ότι δεν χρειάζεται να προσπαθούν να είναι τέλειες γιατί το τέλειο όχι μόνο δεν υπάρχει και δεν υπήρξε ποτέ αλλά ουσιαστικά ότι η προσπάθεια της τελειότητας μειώνει την οικειότητα με το βρέφος. Η μητέρα που δεν είναι τέλεια είναι η καλή μητέρα. Το βρέφος, ψυχολογικά, δεν χρειάζεται τίποτα περισσότερο από την παρουσία της μητέρας, την ζεστασιά της μητρικής αγκαλιάς, την δοτικότητα, το άγγιγμα, το χαμόγελο, το χάδι και το λίκνισμα. Στον πρώτο χρόνο ζωής, η παρουσία ενός μοναδικού προσώπου το οποίο θα φροντίζει το μωρό είναι σημαντική καί πρέπει να είναι συνεχής. Γι’αυτό άλλωστε έχει θεσπιστεί και ο σχετικός νόμος για την άδεια μετ’αποδοχών κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης αλλά και για ένα χρόνο μετά, στις γυναίκες που μόλις γέννησαν. Για να μπορούν να είναι οι ίδιες κοντά στο παιδί τους μόνιμα τον πρώτο χρόνο ζωής.

 Το βρέφος 0-12, αντίθετα από τις γενικές απόψεις, αισθάνεται, θυμάται και καταλαβαίνει. Οι εμπειρίες – αναπαραστάσεις από το γύρω περιβάλλον εσωτερικεύονται μέσα του μαζί με τις αισθήσεις που τις ακολουθούν. Ο ψυχολογικός και σωματικός δεσμός μητέρας - βρέφους επιτρέπει τον συντονισμό της μητέρας με το βρέφος και τον συντονισμό του βρέφους με την μητέρα. Αυτή η σύνδεση διαμορφώνει τις εμπειρίες και τις αισθήσεις σε μία πραγματικότητα για το μωρό και τη μαμά. Έτσι, δομείται μία βάση επάνω στην οποία κινείται αυτός ο δεσμός. Η βάση αυτή πρέπει να είναι σταθερή, κατά τον πρώτο χρόνο ζωής. Ένα μωρό το οποίο βιώνει διαταράξεις του δεσμού, αναστατώνεται και φοβάται ότι θα αφανιστεί. Οι κρίσεις πανικού που κάνει ένας άνθρωπος στα 25 χρόνια για παράδειγμα, έχει την βάση του απολύτως σε αυτές τις διαταραχές του εν λόγω δεσμού. Το αυξημένο άγχος θανάτου, οφείλεται στο άγχος του αποχωρισμού που βιώνει το βρέφος σε αυτή τη φάση. Η στέρηση της παρουσίας του αντικειμένου-μαμά στο βρέφος δημιουργεί την αίσθηση της έντονης έλλειψης-στέρησης. Όταν ένας άνθρωπος νιώθει στερημένος, τότε θα ψάχνει σε όλη του τη ζωή να γεμίσει αυτή την στέρηση, να την εκπληρώσει. Και θα ψάχνει να την εκπληρώσει βρίσκοντας σχέσεις και συντρόφους από τους οποίους θα ζητάει ότι δεν είχε τότε. Εκείνοι δεν θα μπορούν να του το δώσουν κι έτσι θα απογοητεύεται. Θα είναι θυμωμένος και θα πέφτει σε κατάθλιψη. Στην ενήλικη ζωή, οι άνθρωποι βρίσκουν υποκατάστατα για να αναπληρώσουν αυτη την χαμένη αίσθηση της φροντίδας. Τα υποκατάστατα είναι το κάπνισμα, το αλκοόλ, τα ναρκωτικά, και διαφόρων ειδών εξαρτήσεις. Εξαρτήσεις οι οοποίες θα σημαίνουν απλά την ανάγκη του ανθρώπου να εξαρτηθεί. Δηλαδή να νιώσει ότι έχει αυτό τον ισχυρό σύνδεσμο που δεν μπόρεσε να έχει σταθερά στον πρώτο χρόνο ζωής.

Στα μέσα του 20ού αιώνα και κατά την διάρκεια των α΄καί β΄παγκοσμίων πολέμων, τότε όπου πολλά βρέφη έμεναν χωρίς οικογένεια και κατέληγαν στα οικοτροφεία, τότε είχαν γίνει σημαντικές επιστημονικές έρευνες (Mahler, Bowlby) οι οποίες έδειξαν με σαφήνεια το εξής γεγονός: όλα τα παιδιά στα ορφανοτροφεία είχαν τις ίδιες ποσότητες φαγητού καί την ίδια φροντίδα. Τα παιδιά όμως που οι νοσοκόμες των οικοτροφείων δεν τα αγκάλιαζαν, είτε γιατί συμπαθούσαν κάποια άλλα περισσότερο, είτε γιατί δεν είχαν χρόνο, απλά πέθαιναν. Καταλαβαίνετε ότι η σημασία αυτών των ερευνών είναι εξαιρετικά σημαντική. Η ψυχανάλυση λέει κάτι πολύ απλό αλλά πολύ σημαντικό: «ένα βρέφος χρειάζεται μεγάλες ποσότητες αγάπης για να επιβιώσει». Θα προσθέσω σε αυτό ότι η αγάπη αυτή πρέπει στον πρώτο χρόνο ζωής να προέρχεται από ένα σταθερό πρόσωπο. Ας υπάρχουν και άλλα πρόσωπα που συνεισφέρουν σε αυτή την αγάπη. Όμως το κυρίως πρόσωπο που θα αποτελεί και την μητρική φιγούρα σε αυτή την περίοδο θα πρέπει να είναι σταθερό και μόνιμο.

 Δώστε στο βρέφος σας σταθερά ανεξάντλητη αγάπη. Κακομάθετέ το. Μην του στερήσετε τίποτα. Δώστε του απλόχερα την αγάπη σας. Οι άνθρωποι που για διάφορους λόγους δεν είχαν αυτή την απλόχερη αγάπη, ή η αγάπη αυτή διακόπηκε ξαφνικά, είναι βέβαιο ότι θα αναπτύξουν σοβαρά προβλήματα αυτοεκτίμησης. Αναπτύσσουν τέτοια προβλήματα γιατί μέσα στον ισχυρό δεσμό της αγάπης υπάρχουν σημαντικά ψυχολογικά φαινόμενα τα οποία έχουν ξεκινήσει να αναπτύσσονται. Αν λοιπόν δεν υπάρχει καλός δεσμός ή αν διακοπεί ο δεσμός, τότε αυτά τα ψυχολογικά φαινόμενα διαταρράσουν σε σημαντικό βαθμό τον υπό διαμόρφωση ψυχισμό. 

Στην Ελλάδα, ως λαός, έχουμε εντυπώσει ορισμένες λειτουργίες για το πως ανατρέφουμε τα παιδιά, οι οποίες είναι τελείως λανθασμένες. Απόψεις του τύπου: «μην το παίρνεις συνέχεια αγκαλιά γιατί θα το κακομάθεις», είναι εκτός τόπου και χρόνου. Γι’αυτό οι Έλληνες αισθάνονται στερημένοι ως λαός και γι’αυτό έχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση την οποία προσπαθούν να υπεραναπληρώσουν με δηλώσεις του τύπου: «ξέρεις ποιός είμαι εγώ;». Όσα περισσότερα δώσει η μητέρα στο παιδί της στον πρώτο χρόνο ζωής, τόσο λιγότερες πιθανότητες να αναπτύξει κάποιου είδους προβληματική προσωπικότητα υπάρχουν. Τα παιδιά τα οποία αργότερα όταν θα πάνε σχολείο καί κάνουν και τις αταξίες τους, διεκδικούν περισσότερο, κάνουν περισσότερες παρέες, είναι και τα πιο φυσιολογικά παιδιά και είναι σίγουρο ότι δεν είναι στερημένα. Ενώ τα παιδιά που είναι συνεχώς ήσυχα, δεν συσχετίζονται και πολύ, δεν μιλούν πολύ και δεν διεκδικούν, είναι βέβαιο ότι ζούν σε στερητικό περιβάλλον.  

Δυστυχώς δεν εχω τον χώρο εδώ να αναπτύξω και άλλες σημαντικές πτυχές του ισχυρού δεσμού μεταξύ μητέρας-βρέφους αλλά και άλλων ψυχολογικών φαινομένων που λαμβάνουν χώρα στην σχέση αυτή όμως ήδη έχει αρχίσει να διαφαίνεται μία πρώτη εικόνα για το τι περίπου μπορεί και πρέπει μια μητέρα να γνωρίζει για τον πρώτο χρόνο ζωής του παιδιού της. Και για να πω και δυό λόγια κοινωνιολογικά, πιστεύω ότι στην σημερινή εποχή, παρόλα τα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε στην χώρα μας, οι άνθρωποι ενημερώνονται περισσότερο (άλλωστε είναι πιο εύκολο από ποτέ να βρούν ενημέρωση) και είναι περισσότερο ευαισθητοποιημένοι στα θέματα της σχέσης τους με τα παιδιά τους. Ουσιαστικά, η σχέση των γονιών με τα παιδιά τους είναι ένας από τους καθοριστικούς παράγοντες διαμόρφωσης των κοινωνιών. Δεν υπάρχει λοιπόν καμμία αμφιβολία ότι η κοινωνία είναι ο καθρέφτης της οικογένειας.