Παιδί, Γονείς, Οικογένεια

Προσοχή, μοναχοπαίδι!

Παιδί προνομιούχο το μοναχοπαίδι; Πολλοί πιστεύουν πως ναι. Είναι όμως έτσι; Λόγω της απουσίας αδελφών ένα μοναχοπαίδι μπορεί να αντιμετωπίσει ειδικά «προβλήματα» που να έχουν επιπτώσεις και στο μέλλον του. Επειδή δεν είναι ποτέ ανώδυνο το να είναι κανείς η μοναδική αγάπη των γονιών του, το μεγάλωμα ενός παιδιού χωρίς αδέρφια χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή.


Οι οικογένειες με ένα παιδί πληθαίνουν, για πολλούς λόγους. Τα περισσότερα ζευγάρια δεν αποφασίζουν να κάνουν περισσότερα παιδιά επειδή φοβούνται τις οικονομικές και τις πρακτικές υποχρεώσεις που συνεπάγεται η μεγαλύτερη οικογένεια. Άλλοθι ή επιχείρημα σ’ αυτή τους την απόφαση είναι συχνά η καλύτερη φροντίδα του μοναδικού τους παιδιού, που θα μπορεί έτσι να απολαύσει περισσότερο και απερίσπαστα την αφοσίωση των δικών του, τον χρόνο τους, τα κάθε είδους αγαθά που μπορούν να του προσφέρουν.

Πράγματι ένα παιδί χωρίς αδέρφια δεν χρειάζεται να μοιραστεί με κανέναν αυτό το πολύτιμο αγαθό που είναι η αγάπη των γονιών του, δεν περνά από την επώδυνη εμπειρία της «εκθρόνισης» από τον καινούργιο «διάδοχο» που διεκδικεί εξίσου αν όχι παραπάνω, άμα τη εμφανίσει του, όλα όσα πλουσιοπάροχα παρέχονταν στον «ένα και μοναδικό». Δεν χρειάζεται ούτε, σαν «επόμενο» και μικρότερο μετά από ένα ή περισσότερα αδέρφια να παλέψει για να διεκδικήσει τη θέση του, να δώσει μάχη, να θυμώσει, να κάνει ελιγμούς και συμβιβασμούς και να πονέσει για να κερδίσει την αναγνώριση και το σεβασμό των μεγαλύτερων αδελφών που συχνά είναι αμείλικτοι και δεν «χαρίζουν κάστανα». Και βέβαια μπορεί να απολαμβάνει με μεγαλύτερη αφθονία όχι μόνο τον συναισθηματικό αλλά και τον υλικό πλούτο της οικογένειας, να έχει περισσότερες «ευκαιρίες». Όλα αυτά, ως ένα βαθμό, είναι πράγματι πλεονεκτήματα και δεν μπορούν να αμφισβητηθούν.

Άλλωστε οι εποχές έχουν αλλάξει και κανείς πια δεν δίνει βάση σ’ αυτά που κατά καιρούς πιστεύονταν, όταν μετά από τους μεγάλους πολέμους του τελευταίου αιώνα το δημογραφικό και κοινωνικό πρόβλημα ήταν τόσο μεγάλο, που τα μοναχοπαίδια αντιμετωπίζονταν με καχυποψία και πολλές προκαταλήψεις σαν εξ ορισμού προβληματικά, εγωκεντρικά, ακοινώνητα, ανώριμα, υπερευαίσθητα, κακομαθημένα.Σίγουρα όμως το μεγάλωμα ενός παιδιού χωρίς άλλα αδέρφια κρύβει ορισμένες παγίδες, αν όχι για κανέναν άλλο λόγο, μόνο και μόνο γιατί μαζί με τα αγαθά και τις «ευκαιρίες» που δεν μοιράζονται, δεν μοιράζονται ούτε τα οποιαδήποτε «λάθη» των γονιών και οι δυσκολίες της οικογενειακής ζωής.

Η προστασία και ο έλεγχος

Επειδή βρίσκεται στο επίκεντρο της προσοχής όλων –συχνά εκτός από τους γονείς υπάρχει, στις μεσογειακές οικογένειες ειδικά, και μια στρατιά συγγενών, γιαγιάδων παππούδων και θείων- το μοναχοπαίδι είναι συχνά υπερπροστατευμένο. Προσοχή όμως: υπερπροστασία δεν είναι μόνο η υπερβολική προστασία του παιδιού από κινδύνους, ο φόβος για την ασφάλεια και τη σωματική του ακεραιότητα, γιατί αυτός αν υπάρχει, κάλλιστα μπορεί να καταδυναστεύει εξίσου και δύο και τρία παιδιά.

Η υπερπροστατευτικότητα στα μοναχοπαίδια είναι περισσότερο συναισθηματική, κι έχει να κάνει με την στενή σχέση που υπάρχει μεταξύ γονιών (ή γονιού) και παιδιού.

«Είχα περάσει τόσο άσχημα εγώ στο σχολείο που είχα μια τρομερή αγωνία για την κόρη μου όταν ήταν να πάει στην πρώτη Δημοτικού, ότι μπορεί να φοβάται, να την πειράξουν, να μην τα καταφέρει, να της φερθούν άσχημα τα άλλα παιδιά. Πράγματι, πήρε απ’ την αρχή το σχολείο από φόβο, παρόλο που δεν συνέτρεχαν ιδιαίτεροι λόγοι, έκλαιγε και πονούσε η κοιλιά της κάθε πρωί. Όποτε έβρισκα το παραμικρό πρόσχημα για να το κάνω την κρατούσα σπίτι. Συζητώντας το θέμα με τον άντρα μου και μία καλή μου φίλη που έχει τρία μεγαλύτερα παιδιά, συνειδητοποίησα ότι όλος μου ο φόβος είχε να κάνει μόνο με τις δικές μου εμπειρίες και καμία απολύτως σχέση με το παιδί μου. Όταν κατάφερα –με πολλή προσπάθεια ομολογώ- να χαλαρώσω λίγο σχετικά μ’ αυτό, η κατάσταση αμέσως βελτιώθηκε, η μικρή τα βρήκε στο σχολείο της μια χαρά.»

Ανάμεσα σε γονείς και παιδιά υπάρχει συναισθηματική ταύτιση, με την έννοια ότι πολύ συχνά οι γονείς μπερδεύουν τα συναισθήματα τους με αυτά του παιδιού τους, προβάλλουν σ’ αυτό τις αγωνίες, τις απογοητεύσεις, τις αδυναμίες τους και ταυτόχρονα του τις επιβάλλουν. Συχνά δεν μπορούν ν’ αντέξουν τη λύπη, την απογοήτευση, το παράπονο, την αδικία που νιώθει το παιδί τους και κάνουν τα πάντα για να το προστατέψουν ή να το απαλλάξουν απ’ αυτά τα συναισθήματα στερώντας του έτσι σημαντικές εμπειρίες.

Αυτό είναι ένα από τα πράγματα που αποφορτίζονται σημαντικά και μ’ ένα σχεδόν μαγικό τρόπο όταν υπάρχουν περισσότερα από ένα παιδιά στην οικογένεια.

Οι γονείς που μεγαλώνουν μοναχοπαίδι –και όχι μόνο φυσικά-πρέπει να έχουν επίγνωση των συναισθημάτων τους και να βάζουν φρένο στις ανησυχίες τους κάνοντας στον εαυτό τους την ερώτηση: «αυτός ο φόβος, αυτή η στενοχώρια, αυτή η αγωνία αφορά πράγματι το παιδί μου ή είναι αποκλειστικά δικό μου θέμα;».

Η αίσθηση της παντοδυναμίας και οι προσδοκίες

Η χωρίς περικοπές αφοσίωση της οικογένειας προς το μοναχοπαίδι του δίνει ασφαλώς ένα αίσθημα ασφάλειας αλλά μαζί και μια αίσθηση παντοδυναμίας. Παρόλα αυτά, ενώ είναι ο «ήρωας» ή η «ηρωίδα» μέσα στον προστατευτικό οικογενειακό περίγυρο, συχνά διστάζει να δοκιμαστεί έξω απ’ αυτόν, από τον φόβο να μην αμφισβητηθεί ή απορριφθεί. Τον φόβο αυτό μεγενθύνουν και οι αυξημένες απαιτήσεις ή έστω προσδοκίες (αλλά και μεγαλομανείς φαντασιώσεις) των γονιών που βαραίνουν ιδιαίτερα στην πλάτη του μοναδικού παιδιού, αναγκαστικά μοναδικού παραλήπτη όλων των απωθημένων και ανεκπλήρωτων επιθυμιών τους και μοναδική προέκταση του εαυτού τους στο μέλλον. Συμβαίνει συχνά τα μοναχοπαίδια να έχουν ιδιαίτερα αυξημένες απαιτήσεις απ’ τον εαυτό τους και να απογοητεύονται εύκολα όταν δεν τα καταφέρνουν σε όλα τέλεια. Αν αυτή η συμπεριφορά ενισχυθεί από την υπερπροστατευτικότητα και την τελειομανία των γονιών μπορεί να αποτελέσει πραγματικό εμπόδιο στην κατοπινή ζωή τους, τόσο κοινωνικά όσο και συναισθηματικά.

Η αποκλειστική σχέση με τη μαμά

Η κατάσταση του μοναδικού παιδιού γίνεται ιδιαίτερα «ευάλωτη» όταν αυτό μεγαλώνει μόνο με τη μητέρα του (π.χ. μετά από διαζύγιο) αλλά συχνά και όταν η μητέρα για δικούς της λόγους μονοπωλεί (χωρίς να το συνειδητοποιεί καν πολλές φορές) την στενή σχέση με το παιδί. Από αυτή την μεγάλη εγγύτητα μπορεί να προκύψει σύγχυση ρόλων, ειδικά όταν το παιδί είναι αγόρι. Το αρσενικό παιδί στο οποίο η μητέρα επικεντρώνει την αγάπη και την τρυφερότητα της, γίνεται υποσυνείδητα ένα είδος «κρυφού εραστή» πολύ περισσότερο όταν η μητέρα δεν έχει ερωτικό δεσμό ή οι γονείς δεν αισθάνονται καθόλου ερωτική έλξη ο ένας για τον άλλο. Όσο υπερβολικό κι αν ακούγεται αυτό, έχει μεγάλη δόση αλήθειας ακριβώς επειδή τα παιδιά προσχολικής ηλικίας περνούν έτσι κι αλλιώς μία φάση κατά την οποία προσκολλούνται με ερωτικό σχεδόν τρόπο στον γονιό του άλλου φύλου κι έχουν φαντασιώσεις ότι όταν μεγαλώσουν θα τον παντρευτούν. Πιθανές συνέπειες; Ένα αγόρι που παραμένει προσκολλημένο στη μητέρα του μετά από πολλές ερωτικές απογοητεύσεις (αφού καμία γυναίκα δεν μπορεί να ανταγωνιστεί τη μαμά) ή ένα κορίτσι που γίνεται καθρέφτης της μητέρας του, κάτι που συχνά στην εφηβεία καταλήγει σε σκληρή και οδυνηρή και για τις δυο αντιπαράθεση, που είναι άλλωστε ο μόνος τρόπος για να αποδεσμευτεί απ’ αυτή και να αποκτήσει αυτονομία.

Τι χρειάζεται ένα μοναχοπαίδι;

Το πιο σημαντικό είναι το άνοιγμα της οικογένειας προς τον έξω κόσμο και η ώθησητου παιδιού προς τα έξω, κάτι που συχνά, λόγω των δεσμών εξάρτησης που αναπτύσσονται ιδιαίτερα στις μικρές οικογένειες, αποφεύγεται.

«…είχα μια αλλόκοτη αίσθηση κλεισίματος, η υπερβολική αγάπη, η υπερβολική προσοχή, η υπερβολική κτητικότητα σ΄ έκαναν να νιώθεις κλειστός, αμπαρωμένος, μ’ αυτούς τους γονείς, οι οποίοι πολύ καιρό αφού είχε πάψει να ισχύει, εξακολουθούσαν να φαντάζονται πως ήταν ολόκληρος ο κόσμος για σένα. Αυτό, για μένα ήταν η χειρότερη πλευρά του να είσαι μοναχοπαίδι. Επιφανειακά οι γονείς μου φαινόντουσαν συνετοί. Με έστειλαν σχολείο μόλις άρχισα να περπατώ και μ’ άφηναν να ζω σχεδόν με τα παιδιά των γειτόνων, αλλά στο σπίτι υπήρχε αυτή η αλλόκοτη στροφή προς τα μέσα, σαν οι οικογενειακοί δεσμοί να ήταν απείρως πιο σημαντικοί από τους άλλους. Όταν δεν υπάρχει άλλος συνομήλικος στο σπίτι όλα αυτά τείνουν να γεμίζουν το παιδί με περηφάνια…» (μαρτυρία από το βιβλίο του Winnicott, άγγλου ψυχαναλυτή και παιδοψυχιάτρου, «το παιδί, η οικογένεια και ο εξωτερικός του κόσμος»).

Όσο πιο λίγα τα άτομα που στελεχώνουν ένα σύνολο, τόσο πιο έντονα αισθάνονται την ανάγκη της αποκλειστικότητας των μεταξύ τους σχέσεων κι αυτό είναι ένα σημείο που θέλει πραγματικά ιδιαίτερη προσοχή. Όσο κι αν φαίνεται δύσκολο, η ενσωμάτωση του παιδιού σχετικά νωρίς (ανάλογα με τις ανάγκες της οικογένειας φυσικά αλλά όχι αργότερα από τα 3,5-4 ) σε μια ομάδα παιδικού σταθμού ή νήπιου μπορεί να το βοηθήσει πολύ στην κοινωνικοποίηση του και να συμβάλλει με τον καλύτερο τρόπο στην συναισθηματική του ανάπτυξη.

Αναγκαίο είναι επίσης να υπάρχουν άλλα παιδιά στο περιβάλλον του παιδιού, ξαδέρφια, φίλοι, συμμαθητές και να ενθαρρύνονται οι σχέσεις του με συνομηλίκους. Ασφαλώς πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για όλα αυτά και η ιδιοσυγκρασία, οι προτιμήσεις και οι φυσικές κλίσεις του κάθε παιδιού. Δεν μπορούμε να κάνουμε με το ζόρι ένα εσωστρεφές παιδί υπερκοινωνικό, αρκεί να φροντίζουμε να μην απομονώνεται και να μην κλείνεται στον εαυτό του.

Οι μητέρες, και οι παντρεμένες αλλά πολύ περισσότερο αυτές που μεγαλώνουν ένα μοναχοπαίδι μόνες (κάτι πολύ συνηθισμένο στην εποχή μας) πρέπει να έχουν επίγνωση του πόσο αφιερώνονται ψυχή τε και σώματι στο παιδί τους. Οι τύψεις και η αγωνία για το παιδί κάνει πολλές μητέρες να το θεωρούν υποχρέωση τους να θυσιάζουν την προσωπική τους ζωή «προς όφελος» του παιδιού. Πέρα από την κάθε άλλο παρά ωφέλιμη αποκλειστική σχέση (όπως αναφέρθηκε πιο πάνω) που αναπτύσσεται μεταξύ των δύο υπάρχει και το βάρος αυτής της «θυσίας» της μητέρας που θέλοντας και μη φορτώνει στο παιδί της. Γι’ αυτό, με σύντροφο ή όχι η μητέρα (και ο πατέρας φυσικά) είναι καλό να έχει και μια ζωή πέρα απ’ το παιδί της.