Διήγημα

Αναζητώντας, κάπου μακριά

Αν σε είχα απέναντί μου, θα σου ζητούσα να μου δώσεις δύο λεπτά... Ως χρόνο προσαρμογής, εννοώ. Μερικές φορές οι άνθρωποι θέλουν τον χρόνο τους, με καταλαβαίνεις; Όπως όταν ήθελες κι εσύ τον δικό σου.
Έφτασα μόλις χθες το απόγευμα. Νοίκιασα ένα αυτοκίνητο για να φτάσω σ' αυτό το σπίτι. Ο κύριος Τζόνσον μου είχε πει την αλήθεια... είναι όντως όμορφο μέσα στην απλότητά του. Αν και για να σου πω την αλήθεια, εμένα δεν μου φαίνεται και τόσο απλό. Είναι ξύλινο... σχεδόν εξ ολοκλήρου. Ή τουλάχιστον έτσι φαίνεται απ' έξω. Μέσα έχει ένα σαλόνι, έχει και τζάκι, κάτι που μου φάνηκε παράξενο στην αρχή. Έχει μια κουζίνα και δύο υπνοδωμάτια. Δεν ξέρω για ποιο λόγο θα χρειαζόμουν ένα δεύτερο, αλλά μου φάνηκε σαν καλή ιδέα να υπάρχει ένα επιπλέον.
Έφερα μαζί μου ό,τι χρειαζόμουν. Τον υπολογιστή μου, μερικά ρούχα και τον εξοπλισμό για να εξασκήσω το ενδιαφέρον μου για τη φωτογραφία. Όπως θα θυμάσαι, δεν τα κατάφερνα και τόσο καλά, και ακόμα δεν τα καταφέρνω. Κάθε φορά που επιλέγω ένα πεδίο, αδυνατώ να φανταστώ τις εικόνες που θα μου άρεζαν.
Έχω μαζί μου την κιθάρα μου. Αγόρασα μια καινούρια, όχι εκείνο το ερείπιο που χρησιμοποιούσα κάποτε. Είχα την ιδέα να ασχοληθώ με την παραδοσιακή μουσική αυτού του τόπου. Απ' όσο ξέρω, αυτή η μουσική συνδυάζει κιθάρα με βιολί... και αυτά είναι όλα όσα ξέρω. Σκοπεύω να μάθω περισσότερα, όμως.

Εδώ κοντά υπάρχει ένα νεκροταφείο. Οι νεκροί μου είναι πολλοί, δεν θέλω τώρα να τους μετρήσω. Έτσι κι αλλιώς, ένα τέτοιο εγχείρημα υποθέτω πως θα μου έχει γίνει πολύ δύσκολο πια. Περπάτησα, ωστόσο, στο μονοπάτι προς τα 'κει. Υπάρχει μια εκκλησία κοντά στους τάφους. Θέλησα να βγάλω μερικές φωτογραφίες, αλλά δεν ξέρω αν θα μου το επέτρεπαν.
Νομίζω ότι θέλω να σου μιλήσω λίγο για την σχέση μου με τη φωτογραφία. Για μένα, που είμαι συγγραφέας, είναι απλά ένας άλλος τρόπος να λέω ιστορίες. Αυτή ήταν η αρχική ιδέα. Προσπάθησα, λοιπόν, να κάνω ό,τι έκανα πάντα. Προσπάθησα πρώτα να μάθω μερικά πράγματα. Τόσες άχρηστες εικόνες... ιστορίες που ήταν κυριολεκτικά για πέταμα. Είχα δει μερικές φωτογραφίες που είχες βγάλει εσύ, φωτογραφίες του εαυτού σου, εννοώ. Σκέφτηκα ότι θα ήθελα να είσαι το μοντέλο μου. Εσύ δέχτηκες.
Είναι ωραία να σκέφτεται κανείς το παρελθόν του με χαμόγελο, ξέρεις. Εσύ μου το έμαθες αυτό. Μου χάρισες όμορφες στιγμές, έβλεπα αγάπη στα μάτια σου, και μου άφησες ένα όμορφο παρελθόν. Περάσαμε μέρες ολόκληρες τριγυρνώντας στην πόλη. Εγώ έβγαζα φωτογραφίες με βασικό θέμα εσένα. Με τον δικό μου τρόπο, είχα αποφασίσει να πω την δική μας ιστορία. Μετανιώνω, μόνο, που δεν είχα την κάμερά μου στις τελευταίες σου στιγμές. Τώρα η ιστορία μας έμεινε χωρίς τέλος. 
Ίσως κάποιες φορές να εύχομαι να είχε τελειώσει.

Μια μέρα ήσουν θλιμμένη. Δεν ξέρω τον λόγο... είχες πει ότι δεν μπορούσες να μου μιλήσεις γι' αυτό. Ας μην αναφερθώ στα υπόλοιπα. Σε ρώτησα πώς να σε βοηθήσω, κι εσύ ανασήκωσες τους ώμους σου. Κι ύστερα μου ήρθε εκείνη η ιδέα. Να συνεχίσω να λέω την ιστορία μας με εικόνες... να σε κάνω ξανά κομμάτι εκείνης της διαδικασίας. Εσύ στην αρχή αρνήθηκες, αλλά μετά μου είπες να κάνω ό,τι θέλω. Πήρα, λοιπόν, την κάμερα και σε φωτογράφισα θλιμμένη. Άφησα την κάμερα απέναντι και μπήκα στην εικόνα. Και μετά ξανά απ' την αρχή, μέχρι που εσύ πήγες να ξαπλώσεις στο μέσα δωμάτιο, στο κρεβάτι. Εγώ σε ακολούθησα τραβώντας μερικές φωτογραφίες ακόμα και συνέχισα αφού σε πήρε ο ύπνος. Όταν ξύπνησες ήσουν ακόμη άκεφη, αλλά τελικά χαμογέλασες όταν είδες τις εικόνες. Φαίνεται πως πάντα έκανες τις φωτογραφίες μας όμορφες. Η θλίψη σου είχε κάνει εκείνες τις ερασιτεχνικές λήψεις πιο εκφραστικές από την πραγματικότητά μας.
Αυτή η μικρή εξιστόρηση μοιάζει το λιγότερο ανούσια, πια. Έτσι είναι. Έτσι συμβαίνει με το γράψιμό μου. Σύντομα αποτελεί για μένα παρελθόν. Αρχίζω να πιστεύω ότι αυτό που κάνουμε εμείς οι συγγραφείς είναι να συνεχίζουμε τη ζωή μας. Με την έννοια του να ξεπερνάμε, δηλαδή. Καθετί που γράφουμε είναι και μια νέα άμυνα προς κάτι που μας βασανίζει, είναι κάτι που κάνει τη ζωή περισσότερο βιώσιμη.
Μπορεί, λοιπόν, να είναι η παραπάνω εξιστόρηση ανούσια (κι αν δεν είναι τότε σίγουρα θα γίνει), αλλά οφείλω να ομολογήσω ότι έτσι περάσαμε μερικές όμορφες στιγμές, κι εκείνες οι εικόνες είναι κομμάτι αυτών που έχουν απομείνει από τη σχέση μας. Μου λείπεις. Μου λείπεις πολύ. Πάνω απ' όλα μου λείπει το φως σου, αυτό που με έκανε να βλέπω μέσα από μια νέα διαστρέβλωση το περιβάλλον μου.
Ό,τι κι αν έκανα, συγχώρησέ με.

Μου άρεζε να διαβάζω τα μάτια σου. Οι πιο έντονες στιγμές ήταν όταν μπήκες για πρώτη φορά στον κόσμο μου. Σου πήρε καιρό, αλλά τελικά πήρες την απόφαση να αφεθείς, να γίνεις δική μου. Τα μάτια σου έλαμπαν από περιέργεια, από φόβο. Εγώ δεν ήμουν παρά ένα περιπλανώμενο πνεύμα, κι εσύ μια ύπαρξη φωτεινή, μια οντότητα μακριά απ' το σκοτάδι.
Συγχώρησέ με για τις σκέψεις μου. Ξέρω ότι αυτά είναι πράγματα που δεν είπαμε ποτέ, πράγματα για τα οποία ποτέ δεν μιλήσαμε. Νομίζω ότι πάνω απ' όλα αισθανόμασταν ανάμεσά μας μια αξία που από καιρό είχαμε χάσει ως άτομα. Μέσα από την άρνηση βρήκαμε τον τόπο μας και παραμένοντας άγνωστοι, γνώρισα εγώ το φως, κι εσύ έναν κόσμο ήσυχο, αρμονικό. Σ' εκείνον τον κόσμο μπορούσες να αναπτυχθείς, να είσαι ο εαυτός σου.

Άφησα τα πάντα πίσω μου. Μπήκα σε ένα αεροπλάνο και έφυγα για το εξωτερικό χωρίς να πω τίποτα σε κανέναν. Μόνο ο Άρης το κατάλαβε. Με ρώτησε αν θα έφευγα. Του είπα πως ναι, θα έφευγα. Η μάνα σου θα πεθάνει απ' τη στεναχώρια της, μου είπε. Θα το παλέψει, του είπα.
Ίσως να ήμουν λίγο σκληρός τώρα που το σκέφτομαι. Αλλά τι άλλο μπορούσα να κάνω; Τώρα πια το ξέρω, είμαι άρρωστος, και υπάρχουν άνθρωποι που ευθύνονται για την κατάστασή μου. Δεν μπορώ να είμαι άλλο πια κοντά τους. Αν υπάρχουν έστω και λίγες πιθανότητες να σωθώ... Το χρωστάω στον εαυτό μου να προσπαθήσω.

Ξημερώνει. Τέτοιες πρωινές ώρες είναι παράξενα εδώ. Το σκοτάδι απλά μετατρέπεται σε κάτι γκρίζο, κι ύστερα μένει στάσιμο μέχρι να νυχτώσει ξανά. Σου ορκίζομαι ότι θα τελειώσω αυτό το γράμμα κάποια στιγμή. Μόνο δώσε μου λίγο χρόνο να πάρω τις αποφάσεις μου. Βλέπεις... μερικές φορές η απουσία σου με μπερδεύει. Κάποιες φορές τριγυρνάω άσκοπα εδώ μέσα... όπως έκανα και στην Ελλάδα. Γράφω, σχεδιάζω... Βγάζω φωτογραφίες από ό,τι βρω μπροστά μου...
Είναι ένα σιωπηλό όνειρο αυτό που ζω και θα ήταν ψέματα να σου πω ότι δεν με ελκύει η καταστροφή. Δεν μου αρέσει να είμαι μέσα της, αλλά με ελκύει η όψη της. Πρέπει να σωθώ, κοριτσάκι, με καταλαβαίνεις; Πρέπει να τα καταφέρω.
Σ' αφήνω τώρα. Θα πάω για λίγο έξω. Θα πάρω και την κάμερα μαζί μου... αυτή η χώρα είναι πολύ όμορφη. Πιο όμορφη από την Ελλάδα, κι άσε εμάς να λέμε...
Θα συνεχίσω να σου γράφω αργότερα.

Ένα φλιτζάνι καφές είναι ό,τι χρειάζομαι μερικές φορές... ιδίως τα πρωινά. Τώρα είναι απόγευμα και έχει μερικές ώρες μόνο που γύρισα στο σπίτι. Έχω βγάλει αρκετές φωτογραφίες, θα δω τι μπορώ να κάνω μαζί τους στον υπολογιστή...
Συνάντησα τον κύριο Τζόνσον στο χωριό. Φάγαμε μαζί το μεσημέρι σε ένα μικρό εστιατόριο. Μου είπε μερικά πράγματα για τους κατοίκους... μοιάζουν να είναι καλοί άνθρωποι. Υποθέτω ότι δεν σου έχω μιλήσει πολύ για τον κύριο Τζόνσον. Δεν ξέρω και πολλά γι' αυτόν, είναι η αλήθεια. Το μόνο που μπορώ να σου πω είναι ότι είναι μεσίτης, ο άνθρωπος που μου πρότεινε αυτό το σπίτι. Έχει μια σύζυγο και δύο παιδιά, έναν γιο και μια κόρη. Πέρασαν από το εστιατόριο για να γυρίσουν μαζί του στο σπίτι, κι έτσι τους γνώρισα κι εγώ. Η γυναίκα του είναι πολύ γλυκιά.Μερικές φορές μου λείπει ακόμη και το κράτημα του χεριού σου. Ήταν σημαντικό για μένα το ότι με άφηνες να σε αγγίζω, ήθελα συνέχεια να σε κρατάω στα χέρια μου, σαν παιδικό παιχνίδι κατά κάποιο τρόπο. Και ξέρεις πώς μερικές φορές τα παιδιά δένονται με τα παιχνίδια τους.
Δεν έπαιζα μαζί σου, πάντως, ελπίζω να το ξέρεις αυτό, να το καταλαβαίνεις. Απλά... σκεφτόμουν ότι έπρεπε να σε φροντίζω, κατά κάποιο τρόπο... και μερικές φορές γινόμουν λίγο εγωιστής επειδή σε αγαπούσα. Λίγο... τέλος πάντως... νομίζω ότι δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα όπως «λίγο» εγωιστής. Όταν ο εγωισμός υπάρχει, υπάρχει ακριβώς επειδή είναι ήδη πολύς.
Όλα αυτά δεν έχουν σημασία πια. Μερικές φορές κλαίω πάνω από τις φωτογραφίες που βγάλαμε μαζί. Εκείνες που έβγαλες μόνη σου τις έστειλα πίσω στην οικογένειά σου, στους γονείς σου και στον αδερφό σου. Σκέφτηκα ότι θα ήθελαν να τις έχουν. Ίσως να τις κρατούσα στα κρυφά αν δεν είχα τις δικές μας. Βλέπω εκείνη τη φωτογραφία που δείχνεις τόσο θλιμμένη, και αν μη τι άλλο, σκέφτομαι πόσο επιθυμώ να δω ξανά εκείνα τα δάκρυα...

Ίσως θα έπρεπε να γυρίσω πίσω, να μείνω εκεί και να προσπαθήσω να τα βγάλω πέρα, αλλά ξέρω ότι δεν μπορώ να το κάνω. Θα προτιμήσω να μείνω εδώ, προς το παρόν. Μ' αρέσει η βροχή και το γκρίζο, είναι ό,τι έχω ανάγκη τώρα.

Αγόρασα ένα ποδήλατο. Επέστρεψα εκείνο το αυτοκίνητο και προτίμησα ένα ποδήλατο... χρόνια είχα να ανέβω σε ποδήλατο. Τώρα μπορώ να τριγυρνάω στην εξοχή παρέα με την κάμερα. Σήμερα το ξημέρωμα έβαλα ένα παλτό, ανέβηκα στο ποδήλατο και απλά οδήγησα έξω, χωρίς να έχω κατά νου ποιον δρόμο θα πρέπει να πάρω για να επιστρέψω, αφού δεν με ένοιαζε. Ίσως θα προτιμούσα να χαθώ για πάντα εκεί έξω, μέχρι να καταφέρω να βρω εσένα.
Μερικές φορές σκέφτομαι πώς θα μπορούσα να σε δω ξανά... να σε βρω. Η αλήθεια είναι ότι υπάρχει και κάτι άλλο πίσω από την αυτοεξορία μου... η επιθυμία μου για σένα. Σκέφτηκα ότι αν δημιουργούσα ξανά τις ίδιες συνθήκες όπως τότε, ίσως να μπορούσαμε να είμαστε ξανά μαζί... μερικές φορές προσπαθώ να παρακάμψω τους κανόνες αυτών των συνθηκών... ψάχνω μια είσοδο, μια πύλη προς τον τόπο που βρίσκεσαι τώρα. Ξέρω πώς ακούγεται, αλλά αφού σου μιλάω μετά από καιρό, θέλω να είμαι απόλυτα ειλικρινής μαζί σου... δεν θέλω να δημιουργηθούν κενά στη σχέση μας.

Θα νόμιζε κανείς ότι είμαι τρελός που γράφω τέτοια πράγματα. Πάνω απ' όλα, μέσα μου ξέρω ότι είσαι νεκρή και δεν μπορώ να το δεχτώ. Πρέπει να συνεχίσω να πιστεύω, να ελπίζω. Κάποιες φορές σκέφτομαι τον θάνατό μου, αλλά δεν είμαι πρόθυμος να πεθάνω ακόμα. Κάποιες άλλες φορές σε μισώ που έφυγες. Κάποιες άλλες μόνο σ' αγαπάω, και εκείνες τις φορές νιώθω χαρούμενος. Ζω μια απάτη... ίσως αυτή να είναι η αλήθεια. Ίσως απλά να είμαι άρρωστος, ίσως το μυαλό μου να ερμηνεύει λάθος... Θεέ μου, πόσο ανησυχώ... Πώς να θεραπευτώ; Τι να κάνω; Κι αν δεν υπάρχει λύση σε όλο αυτό; Αν είναι ένα αδιέξοδο, μια μάταιη προσπάθεια που δεν οδηγεί πουθενά;
Τίποτα δεν είναι σίγουρο, πια. Δεν ξέρω πώς να ξεφύγω... δεν έκανα κακό σε κανέναν, αν και ξέρω ότι δεν είναι εκεί η πηγή του προβλήματος. Κι όμως, κάποιες φορές νιώθω τόσο υγιής...
Έχω κουραστεί, πια. Θα βγω λίγο έξω, στη βεράντα. Με συγχωρείς για την έκταση αυτού του γράμματος, και σ' ευχαριστώ που είσαι εδώ για μένα. Θα συνεχίσω αργότερα.

Ξέρεις, είναι περίεργο πράγμα οι οικογένειες. Ή μάλλον είναι κάτι που λειτουργεί υπό πολλές παραμέτρους, όπως και όλες οι σχέσεις. Το κακό με τις οικογένειες είναι ότι όταν είσαι ο νεότερος ανάμεσα στα μέλη τους, μπορούν πολύ απλά να σε καταστρέψουν.
Αυτό που με απασχολεί μερικές φορές είναι ότι κάποιος πρέπει να φταίει για ό,τι περνάω, αν και μου είπανε ότι δεν θα έπρεπε να με ενδιαφέρει να ρίξω ευθύνες. Όπως καταλαβαίνεις, αυτό είναι κάτι που δεν μπορώ να κάνω, όσο κι αν το θέλω. Προσπαθώ μόνο να ισορροπήσω τα συναισθήματά μου, αφού δεν ξέρω άλλο τρόπο να βάλω ένα τέλος σ' αυτόν τον διχασμό.
Η οικογένειά μου αρνείται κάθε ευθύνη. Ο αδερφός μου δεν ενδιαφέρεται, θεωρεί ότι είναι αδικημένος απέναντί μου, μάλλον. Ο πατέρας μου χλευάζει αυτές τις ευθύνες. Η μάνα μου με ειρωνεύεται όταν προσπαθώ να μιλήσω γι' αυτό. Ίσως να είναι δύσκολο γι' αυτούς να τις δεχτούν. Νιώθω σίγουρος ότι αν τους κατηγορήσω ανοιχτά και φύγω για πάντα, θα αρχίσουν με τον καιρό να καταστρέφονται. Βέβαια, δεν τους κατηγόρησα, αλλά ναι, έφυγα. Θυμάμαι τα λόγια του Άρη, ότι η μάνα μου θα πεθάνει από τη στεναχώρια της και μπαίνω σε σκέψεις. Όλοι θα πεθάνουμε κάποτε.

Σχεδόν τα ήξερες όλα αυτά, όμως. Απλά θυμάμαι πόσο δύσκολο μου ήταν στην αρχή να σου πω για την θεραπεία μου, για την κατάσταση της υγείας μου. Έκρυβα όλα τα ίχνη, ελπίζοντας ότι δεν θα τα ανακαλύψεις. Φοβόμουν, νόμιζα ότι θα με παρατούσες, αλλά παράλληλα ένιωθα ένοχος απέναντί σου. Σου έλεγα ψέματα, δηλαδή.
Καθώς εξελισσόταν η σχέση μας, αναρωτιόμουν τι θα γινόταν στο τέλος, όταν όλα θα τελείωναν. Πώς θα το χειριζόμουν; Θα το άντεχα; Μήπως θα κυλούσα πάλι...; Κι εκείνες τις στιγμές με έκανε κομμάτια η σκέψη ότι όντως μου είχαν συμβεί όλα εκείνα τα πράγματα... όντως είχα φτάσει σ' εκείνο το σημείο, και τώρα πια δεν ήξερα πώς να νομιμοποιήσω αυτό που μου είχε συμβεί ως κάτι που είχε και τις καλές του πλευρές. Με τον καιρό ανέπτυξα αυτή την ιδιότητα, πάντως, να μπορώ να διακρίνω κάτι όμορφο μέσα στο άσχημο. Θα θεραπευόμουν, άραγε, ποτέ;
Καταλαβαίνεις τι περνάω, κοριτσάκι; Και το γεγονός ότι εσύ λείπεις το κάνει ακόμη πιο δύσκολο. Αναρωτιόμουν αν το να απομονωθώ σε μια ξένη χώρα θα οδηγούσε στην καταστροφή μου... αλλά η σκέψη ότι ίσως έτσι να σε έβρισκα, όπως ανέφερα πιο πάνω, με γέμισε ελπίδα. Ήσουν το κορίτσι μου, το κοριτσάκι μου. Ήσουν ο άνθρωπός μου. Η ζωή μερικές φορές μπορεί να είναι μια άτιμη πουτάνα... γι' αυτό και σε πήρε μακριά μου. Η ζωή; Ο Θεός; Γάμησέ τους. Το μόνο που ξέρω είναι ότι αυτή η αναζήτηση δεν μοιάζει να έχει τέλος. Ίσως επειδή έφυγες τόσο ξαφνικά. Σ' αγαπάω, και σ' ευχαριστώ για τον νέο κόσμο που μου έδειξες. Μόνο αν δεν έφευγες έτσι...


Ο κύριος Τζόνσον είναι ποιητής. Νομίζω ότι μέσα σ' όλα αυτά έκανα έναν καινούριο φίλο. Δύο, μάλλον, αν μετρήσω και τη γυναίκα του. Η γυναίκα του είναι εικονογράφος. Αν δεν είχα καμία σχέση με κάποια τέχνη θα έλεγα ότι «το έχουν στο αίμα τους ως οικογένεια», ή καμιά τέτοια ανοησία. Δεν τους μίλησα για σένα. Έχω, πλέον, διαπιστώσει ότι οι άνθρωποι δεν θέλουν να ακούνε τέτοια πράγματα. Προσπάθησα να δείχνω ανέμελος κοντά τους, ενώ δεν νιώθω άνετα με τους ανθρώπους τον τελευταίο καιρό. Ίσως επειδή έχω περάσει πολύ καιρό μόνος μου, ποιος ξέρει... Για μένα η μοναξιά είναι σαν ναρκωτικό, προκαλεί εξάρτηση. Καταφέρνω μέσα στον σκοτεινό πυρήνα της να ανακαλύψω τη δημιουργικότητά μου, αλλά καμιά φορά αυτό μου κάνει κακό. Η μοναξιά είναι κακή για ανθρώπους σαν εμένα, μάλλον... που υποφέρουν από ένα τέτοιο χρόνιο νόσημα, εννοώ. Θεραπεία και κουραφέξαλα, άσε να πάει στο διάολο. Τι κατάληξη θα έχω, ποιος ξέρει;
Διάβασα μερικά ποιήματά του. Του κυρίου Τζόνσον, εννοώ. Τα αγγλικά μου είναι -ή ήταν- αρκετά καλά, όμως η ποίηση μερικές φορές ίσως να χρησιμοποιεί μια γλώσσα λίγο διαφορετική. Του είπα ότι κάποιες λέξεις μου ήταν άγνωστες και ότι γι' αυτό δεν έπιασα πλήρως το νόημα, κι εκείνος έκανε τον κόπο να μου εξηγήσει. Ποτέ δεν θα ένιωθα άνετα να εξηγήσω κάτι για τη δουλειά μου με τέτοιο τρόπο. Έμοιασε να ανοίγεται πολύ, ενώ παράλληλα με έκανε να καταλάβω γιατί είναι υπερβολικά τα δικά μου κείμενα... δηλαδή... ξέρεις, αν θυμάσαι, τα γραπτά μου είναι μερικές φορές σαν ομολογίες, αν και ξέρω ότι ένας τέτοιος χαρακτηρισμός είναι κάπως αστείος. Από την άλλη, οι άνθρωποι δεν το καταλαβαίνουν, αλλά το ίδιο ισχύει και για τις φωτογραφίες και τις εικόνες που φτιάχνω.
Ας μην σε κουράζω με όλα αυτά. Η ζωή εδώ μερικές φορές είναι όμορφη, ενώ άλλες είναι μονότονη. Ίσως να αποφασίσω να εγκαταλείψω αυτό το μέρος, ίσως να γυρίσω πίσω. Τέλος πάντων... θα το σκεφτώ. Ελπίζω να με συγχωρήσεις αν φύγω.

Έχω φροντίσει πολύ τις φωτογραφίες μας. Ιδίως εκείνες στο χιόνι... είσαι πολύ όμορφη σ' εκείνες τις εικόνες, με κάνεις ακόμα να χαμογελάω. Αλλά πέρα από την ομορφιά της εικόνας, αυτό που μου λείπει είναι η φυσικότητά σου. Τα όμορφα ελαττώματα που τόσο απαλά σε χαρακτήριζαν... Το να δείχνω την αγάπη μου σ' εκείνα τα ελαττώματα ήταν η ισχυρότερη θεραπεία για μένα και θα ήθελα να το ξέρεις αυτό. Ίσως, τελικά, να είμαι υγιής. Αν δεν είναι υγιές το ότι χρειαζόμουν τόσο απλά πράγματα για να είμαι ευτυχισμένος, τότε τι θεωρείται υγιές;
Χρειάζομαι αρμονία, μάλλον. Μάλλον αυτό είναι. Αρμονία, αλλά ανάμεσα σε ανθρώπους, όχι στη μοναξιά. Θα έπρεπε να ωριμάσω μέσα στην κοινωνία, μάλλον... ίσως αυτό να βοηθούσε. Είμαι έξυπνος, ανάθεμά με... μπορώ να βρω λύσεις, και θα βρίσκω όσες χρειαστεί, ανεξάρτητα από το πόσες οδηγούνται στην αναίρεση κατά την πορεία μου... Πρέπει να τα καταφέρω, και αρνούμαι να κάθομαι κλεισμένος εδώ μέσα μιλώντας σε έναν άνθρωπο που δεν υπάρχει, με καταλαβαίνεις; Αρνούμαι να το δεχτώ. Έτσι κι αλλιώς μ' άφησες μόνο μου, γιατί να ανοίγομαι έτσι σ' εσένα; Άντε γαμήσου, επιτέλους.

Με συγχωρείς. Είναι μάταια τα ξεσπάσματα. Κάθε φορά υπόσχονται πολλά, αλλά τελικά δεν αλλάζουν τίποτα. Καμιά κατάσταση σαν τη δική μου δεν άλλαξε ποτέ σε μια στιγμή εξαιτίας ενός ξεσπάσματος... Υπάρχουν, όμως, τέτοιες καταστάσεις οι οποίες όντως άλλαξαν! Το πιστεύω, μου το έχουν πει!
Συγνώμη για πριν. Η αλήθεια είναι ότι με φθείρεις ανάμεσα σε όλα τα άλλα... αν ήσουν εδώ θα ήθελες να βασανίζομαι έτσι; Μερικές φορές νιώθω ότι σου χρωστάω αυτή τη διχόνοια... νιώθω ότι πρέπει να ξεπληρώσω την απώλεια με το πένθος μου, αλλά μάλλον πρέπει να βρω τη δύναμη να βάλω ένα τέλος σ' αυτό το μαρτύριο. Μόνο όταν νιώσω ότι το πένθος μου είναι αρκετό... μόνο τότε. 
Και ξανά... τι πιο υγιές απ' αυτό; Δώσε μου χρόνο μέχρι να σε αφήσω ελεύθερη... και όπως τότε, στάσου πλάι μου. Πρέπει να πιστεύω, με καταλαβαίνεις; Πρέπει!
Δεν είσαι παρά ένα φάντασμα, και αυτή είναι η αλήθεια. Δεν υπάρχεις καν σαν οπτασία, είσαι μόνο μια ανάμνηση και μερικές φωτογραφίες. Το δουλεύω, κοριτσάκι... και σκοπεύω να τα βγάλω πέρα...
Και σ' ευχαριστώ, δεν ξεχνάω τίποτα.

Υπάρχει ένα μονοπάτι μέσα στο δάσος, σ' αυτό το μικρό δάσος εδώ κοντά, εννοώ. Οδήγησα εκεί με το ποδήλατο, ώσπου έφτασα στην άκρη των δέντρων. Εκεί υπάρχει ένα άλλο σπίτι, το οποίο έχει έναν πλούσιο κήπο στην αυλή του. Σταμάτησα μπροστά στην είσοδο και ακούμπησα εκεί το ποδήλατο και πέρασα μέσα.
Δεν θα το έκανα ποτέ αυτό, αλλά νομίζω ότι η θέλησή μου να τραβήξω μερικές φωτογραφίες με έκανε να νιώσω ότι είχα μια κάποια δικαιολογία. Μια κυρία σηκώθηκε ανάμεσα από τα λουλούδια. Πριν ήταν σκυμμένη και δεν την είχα δει, φρόντιζε τον κήπο.
«Τι θέλετε;» Με ρώτησε.
«Καλημέρα. Θα ήθελα να βγάλω μερικές φωτογραφίες, αν δεν υπάρχει πρόβλημα».
«Είστε φωτογράφος; Από πού είστε;»
Της είπα ότι είμαι Έλληνας, της είπα ότι δεν είμαι φωτογράφος, αλλά συγγραφέας και ότι απλά ασχολούμαι με τη φωτογραφία. Της είπα το όνομά μου και μου είπε ότι κάπου είχε δει ένα βιβλίο μου... αργότερα, όταν μπήκαμε μέσα, αφού προσφέρθηκε να με κεράσει έναν καφέ ή ένα τσάι, μου έφερε εκείνο το βιβλίο μου στην ξενόγλωσσή του έκδοση. Το είχε σε ένα από τα ράφια της βιβλιοθήκης της.
Συζητήσαμε για λίγο... με ξέρεις, έχω την τάση να μιλάω για τον εαυτό μου, αλλά τώρα προσπάθησα να ελέγξω αυτό το... πρόβλημα, ας πούμε... Είχε μια σειρά από φωτογραφίες στον τοίχο του σαλονιού της, κι εγώ την ρώτησα ποιος ήταν ο άντρας κοντά της. Σχεδόν ήξερα την απάντηση, και μάλιστα σκέφτηκα ότι μπορεί να γινόμουν και αδιάκριτος με μια τέτοια ερώτηση, αλλά αποφάσισα να το ρισκάρω. Μου είπε ότι ήταν ο σύζυγός της που είχε πεθάνει πριν τέσσερα χρόνια. Παρέλειψα να αναφέρω ότι η γυναίκα εκείνη ήταν αρκετά μεγάλης ηλικίας. Τα μαλλιά της ήταν άσπρα και σγουρά, ενώ φορούσε μια άσπρη φούστα και μια ζακέτα. Προσπάθησα να την φανταστώ νέα, και σε ένα βαθμό τα κατάφερα, αλλά σύντομα εγκατέλειψα την ιδέα, αφού με έπιασε να την κοιτάζω επίμονα.
Τελικά με άφησε να φωτογραφήσω τον κήπο της. Την ρώτησα αν θα ήθελε να την φωτογραφήσω κοντά στα λουλούδια της, αλλά μάλλον δεν με είχε εμπιστευτεί σε τέτοιο βαθμό. Της είπα, ωστόσο, ότι μένω πέρα απ' το δάσος και ότι αν ήθελε μπορούσε να με επισκεφτεί καμιά φορά. Της περιέγραψα το σπίτι. Μου έγνεψε, και με τον τρόπο της -τον οποίο συμπάθησα- μου είπε ότι ίσως καμιά φορά να περνούσε να με δει. Τηλέφωνο, της είπα, δεν είχα. Ναι, είναι αλήθεια, δεν έχω βάλει ακόμη τηλέφωνο εδώ πέρα... και ακριβώς τη στιγμή που της το είπα, τότε το συνειδητοποίησα κι εγώ ο ίδιος.
Λίγη ώρα αργότερα πήρα τον δρόμο του γυρισμού.

Ήταν μια καλή μέρα. Υπάρχει κάτι που με προβληματίζει με τους ανθρώπους. Δηλαδή πολλά με προβληματίζουν με τους ανθρώπους, αλλά αυτό το συγκεκριμένο προέκυψε ξανά απόψε. Είναι το ότι η συντροφιά τους μπορεί να είναι πραγματικά πολύ όμορφη. Όλοι έχουμε τις εμπειρίες μας... κι εγώ συνήθως αρνούμαι μια τέτοια συντροφιά. Δεν ξέρω γιατί, απλά συμβαίνει πριν καν το καταλάβω. Νομίζω ότι φοβάμαι. Μάλλον δεν νιώθω αρκετά δυνατός για να σταθώ κοντά σε άλλους... δεν ξέρω τι ακριβώς είναι αυτό που φοβάμαι... Απλά δεν μπορώ να το κάνω.
Κι όμως, η κυρία Μπένετ, έτσι την έλεγαν, μου έδωσε τη δυνατότητα να είμαι ο εαυτός μου. Α, μάλλον δεν έχει να κάνει μ' εκείνους, αλλά με τον εαυτό μου. Και όπως σου είπα, το ότι αυτό που ήθελα ήταν να τραβήξω μερικές φωτογραφίες έφερε την κοινωνική επαφή σε δεύτερη μοίρα... νομίζω ότι αυτό λειτούργησε σαν μικρή υποστήριξη κατά κάποιο τρόπο.
Αλλά αναρωτιέμαι... πώς είναι οι δικές σου μέρες; Ξέρω ότι δεν θα απαντήσεις, έχω μάθει μέχρι τώρα ότι δεν απαντάς. Ελπίζω τουλάχιστον να ακούς... ή να διαβάζεις, μάλλον... ή κάτι τέτοιο, τέλος πάντων.
Δεν θα πεις τίποτα; Όχι;
Εντάξει. Ίσως να είναι καλύτερα έτσι. Εγώ, πάντως, φαντάζομαι τις μέρες σου ήσυχες, σιωπηλές. Βάζω στοίχημα ότι βρίσκεσαι στον παράδεισο, αν δεχτώ την ύπαρξή του. Κι αν δεν βρίσκεσαι εκεί, τότε σίγουρα βρίσκεσαι σε ένα όμορφο μέρος, αφού το πιστεύω ότι αυτό σου αξίζει. Κάποιες φορές αναρωτιέμαι αν με περιμένεις, κι αν όντως το κάνεις αυτό, τότε γιατί δεν με βοηθάς να σε βρω; Εννοώ... ξέρεις τι ψάχνω... Ψάχνω εσένα. Γιατί, λοιπόν, δεν κάνεις κάτι γι' αυτό;

Πέρασα τις φωτογραφίες μου στον υπολογιστή πριν από λίγες ώρες. Νομίζω ότι είναι απλά μέτριες, αλλά πάντα βοηθάει το να αντιλαμβάνεσαι ότι έχεις βελτιωθεί έστω και λίγο. Πέφτει η νύχτα έξω... κι εγώ σε σκέφτομαι ξανά. Ας μην αρχίσω πάλι, δεν ωφελεί... Σε λίγο θα είναι εδώ ο κύριος Τζόνσον με τη γυναίκα του. Ελπίζω να περάσουμε καλά. Αγόρασα ποτήρια και ένα ακριβό ουίσκι, ελπίζω να του αρέσει. Θα τα πούμε αργότερα, σ' αγαπάω, γεια σου.

Είναι αλήθεια ότι δεν έπαψαν οι έγνοιες μου χθες το βράδυ. Θέλω να πιστεύω ότι ήμουν καλή παρέα για τον κύριο Τζόνσον και τη γυναίκα του, την Ανέτ. Έφυγαν γύρω στις εννιά και μισή... κάτι που για εμάς τους Έλληνες μάλλον θα θεωρούνταν νωρίς. Ήπια λίγο ουίσκι μαζί τους, νομίζω ότι περάσαμε καλά. Δεν μίλησα για σένα.
Το αναφέρω συχνά αυτό, πάντως. Ίσως στην πραγματικότητα να θέλω πολύ να μιλήσω σε κάποιον. Παράτησα τα πάντα φεύγοντας από την Ελλάδα... ακόμη και την θεραπεία. Σκέφτηκα ότι... δεν ξέρω τι σκέφτηκα. Ή μάλλον ξέρω. Σκέφτηκα πολλά πράγματα. Όπως ότι ίσως να έβρισκα εσένα... ή ότι ίσως, πλέον, να τα κατάφερνα μόνος μου, χωρίς καμιά θεραπεία. Και δεν με αφορά όποιος με θεωρεί άρρωστο, δεν ενδιαφέρομαι γι' αυτούς. Μετράει για μένα ό,τι αποφασίσω εγώ ότι μετράει, κι αυτό είναι όλο. Τα πάντα είναι στο χέρι μου, ίσως όχι ο κόσμος, αλλά η ζωή μου, και δεν αφήνω κανέναν πούστη να με περιορίσει με μερικές λέξεις. Όταν ξέρεις, όπως εμείς οι συγγραφείς, ότι οι λέξεις έχουν βάρος, ίσως τότε να μπορείς να τις ζυγίζεις καλύτερα... μετά από πολλή δουλειά, ίσως.
Αυτό το γράμμα μοιάζει να μην τελειώνει ποτέ... δεν ξέρω, νιώθω ότι σε κουράζω. Θα γράφω όσο με παίρνει να γράφω, είμαι σίγουρος γι' αυτό, τίποτα δεν θα μου πάρει μακριά την τέχνη μου. Αν μη τι άλλο, είναι το μόνο που έχω τώρα πια, αφού όλα τα υπόλοιπα με πρόδωσαν.
Για να αλλάξω θέμα, πάντα περίμενα από τον πατέρα μου να με καταλαβαίνει καλύτερα. Δεν ξέρω γιατί. Μάλλον ήταν περισσότερο επιθυμία και ευχή, παρά οτιδήποτε άλλο. Ίσως και ανάγκη. Θυμάμαι τότε που δούλευα σ' εκείνο το μαγαζί... είχα δουλέψει για ένα εξάμηνο. Είχα γίνει πολύ φίλος με το αφεντικό, τον Μιχάλη. «Μπορώ να είμαι ο εργοδότης σου», μου είπε μια μέρα, «αλλά όχι ο πατέρας σου». Γάμησέ μας, σκέφτηκα, κομμάτια μ' έκανε. Έτσι κάνεις το λάθος, πριν καν το καταλάβεις. Ο πατέρας μου είναι απλά... Το μόνο που περιμένω ακόμα να περάσω είναι η θλίψη μου για τον θάνατό του. Έτσι περιμένω τις δυσκολίες, με ανοιχτές αγκάλες. Περιμένω να δω πώς θα αντιδράσω, να δω αν θα κυλήσω πάλι... Ίσως να ακούγονται λίγο σκληρά όλα αυτά, αλλά η ζωή είναι σκληρή, γιατί όχι κι εγώ; Για να το πω αλλιώς... κι εγώ, όπως και όλοι, δεν έχω επιλογή. Κι αν η επιβίωση σημαίνει να ξεχάσω ανθρώπους όπως ο πατέρας μου, τότε θα το κάνω. Εξάλλου... όσοι έχουν αντίρρηση, ας πρόσεχαν.
Πάνω απ' όλα προσπαθώ να μην ξεχάσω τον εαυτό μου, προσπαθώ να κάνω το καλύτερο που μπορώ να κάνω, κι αυτό είναι όλο. Προσπαθώ να μην βάλω την ζωή μου μέσα σε ένα κουτί, όπως προτείνουν οι θεραπείες... γάμησέ τους, δεν μου αρκούν. Να 'ξερες πόσες φορές έχω ευχηθεί να μην μου είχαν συμβεί όλα αυτά... κι αρχίζω να πιστεύω ότι πραγματικά έχω αρχίδια για να έχω φτάσει μέχρι εδώ. Θα την βρω την άκρη... θα το δεις, θα τα καταφέρω. Ίσως τότε να μην σε χρειάζομαι, πια, ίσως τότε όλα να τελειώσουν.
Κοιμήσου, κοριτσάκι, ηρέμισε λίγο. Σου είπα, πιστεύω ότι είναι ήρεμα εκεί που βρίσκεσαι, και τουλάχιστον για σήμερα, θα σε αφήσω ήσυχη να απολαύσεις τη μοναξιά σου, σαν σε όνειρο.

Πήγα πέρα από το δάσος σήμερα, πέρα από το σπίτι της κυρίας Μπένετ. Ήταν εκεί, και την χαιρέτησα πάνω απ' το ποδήλατο καθώς περνούσα. Στάθηκα στην άκρη και κοίταξα κάτω, τη θάλασσα. Πιο άκρη δεν γινόταν, εκεί ήταν το τέρμα, κι εσύ δεν ήσουν ούτε εκεί. Κάθισα στο βρεγμένο χορτάρι και σκέφτηκα με τις ώρες, μέχρι που άρχισε να σουρουπώνει. Όλα αυτά μοιάζουν τώρα πια τόσο ανόητα... δεν είναι παρά ανοησίες. Η απομόνωση στην αρχή έμοιαζε με κάτι το ιδανικό, αλλά τώρα βλέπω ότι κάτι λείπει. Πραγματικά, πιστεύω ότι είμαι υγιής. Πραγματικά το πιστεύω...
Γύρισα πίσω πριν λίγο, ευτυχώς δεν με έπιασε η νύχτα στον δρόμο. Κοίταξα τις φωτογραφίες μας ξανά και ένιωσα φόβο. Φοβόμουν ότι θα έχανα τον έλεγχο πάλι... πιο πολύ το έκανα για να με δοκιμάσω, να δω αν θα τα έβγαζα πέρα... Τώρα αναρωτιέμαι αν αυτό που μου έκανε κακό ήταν ο φόβος για το αν, ή το ότι όντως δεν μπορώ να χειριστώ τον εαυτό μου. Αδιέξοδο ξανά.
Υπάρχει κάτι που πρέπει να ξέρεις, τώρα πια. Θα έκανα τα πάντα για να σε αφήσω πίσω μου. Τα πάντα. Ίσως να πρέπει να γυρίσω πίσω... Για ακόμη μια φορά, δώσε μου λίγο χρόνο, θέλω να σκεφτώ.

Θεέ μου, πρέπει να έχουν περάσει μέρες από την τελευταία φορά που σου έγραψα. Το μόνο που μπορώ να σου πω είναι ότι έλειπα. Ναι, ήμουν έξω... ή μάλλον κάπου μέσα. Βαθιά μέσα στις σκέψεις μου, μέσα στο μυαλό μου.
Θυμάμαι όταν ξύπνησα κάποια στιγμή -δεν μπορώ να προσδιορίσω τον χρόνο, ούτε πόσες μέρες πέρασαν από τότε. Δεν ήξερα τι ώρα ήταν. Ήταν πρωί; Απόγευμα, μήπως; Μου έχει συμβεί ξανά να ξυπνήσω μετά από ένα όνειρο και να μην μπορώ να προσδιορίσω την ώρα, αλλά αυτό ήταν διαφορετικό. Ήταν σαν να είχα ξυπνήσει μέσα σε ένα όνειρο, και όχι μετά από αυτό.
Περπάτησα για λίγο μέσα στο σπίτι, αλλά ένιωθα περισσότερο σαν να ήμουν πρωταγωνιστής σε κουκλοθέατρο, λες και το σπίτι ήταν για κούκλες, αφού όλα έμοιαζαν ψεύτικα, σαν σκηνικό θεατρικής παράστασης. Ο καφές στην καφετιέρα έμοιαζε να είναι χάρτινος ή πλαστικός, η κουζίνα ήταν τακτοποιημένη στην εντέλεια, αν και δεν θυμόμουν να είχα φροντίσει εγώ για κάτι τέτοιο, κι όταν έριξα ξανά μια ματιά στο υπνοδωμάτιο, είδα ότι το κρεβάτι από το οποίο είχα σηκωθεί πριν λίγο ήταν κι εκείνο συμμαζεμένο. Σ' εκείνο το σημείο για κάποιο λόγο θυμήθηκα εσένα. Σκέφτηκα ότι ίσως να είχε έρθει η ώρα να σε συναντήσω, αλλά δεν ήξερα ακόμα ότι μόνο ξεγελούσα τον εαυτό μου για άλλη μια φορά.
Ο υπολογιστής ήταν ανοιχτός, όλα έμοιαζαν νεκρά, τα άψυχα πράγματα εδώ μέσα έμοιαζαν ακόμη πιο άψυχα... ό,τι κι αν σημαίνει αυτό... έμοιαζαν απλά στατικά. Η ατμόσφαιρα ήταν νεκρή, αλλά φρέσκια, κατά κάποιο περίεργο τρόπο. Άνοιξα την πόρτα και βγήκα στη βεράντα, μόνο για να διαπιστώσω ότι το σπίτι βρισκόταν μέσα σε ένα δάσος. Δεν καταλάβαινα τίποτα, πια, είχα παρανοήσει. Το μόνο που έβρισκα λογικό μέσα σ' όλα αυτά ήταν εκείνη η σκέψη... ότι ίσως να είχα έρθει ένα βήμα πιο κοντά σου, ίσως έτσι να εξηγούνταν όλα.
Περπάτησα μέσα στο δάσος. Καθώς αδυνατούσα να βρω τον δρόμο μου, σκέφτηκα ότι ίσως αυτό ο κόσμος στον οποίο τόσο παράδοξα είχα βρεθεί, να ήταν ο δικός σου κόσμος. Σκέφτηκα πως δεν σου άξιζε κάτι τέτοιο, ένας τόπος τόσο μουντός, τόσο σιωπηλός... Τί είδους γαλήνη ήταν αυτή;
Βρέθηκα μπροστά σε ένα νεκροταφείο. Νομίζω ότι ήταν το ίδιο με αυτό που υπάρχει εδώ κοντά, εκείνο που ανέφερα παραπάνω. Πέρασα τις μεταλλικές πόρτες και περπάτησα ευθεία, μέχρι που έφτασα στους τάφους. Τα περισσότερα ονόματα δεν φαίνονταν καθαρά πάνω στις πλάκες, πια. Μόνο εντόπισα μια πλάκα που ήταν καθαρή, καινούρια, και κανένα όνομα δεν ήταν χαραγμένο πάνω της.
Ένα κενό υπάρχει σ' αυτό το σημείο. Δεν ξέρω τί ακριβώς συνέβη, αλλά είχε αρχίσει να πέφτει η νύχτα όταν έπιασα τον εαυτό μου να κάθεται μπροστά σ' εκείνη την ταφόπλακα. Προσπαθούσα απεγνωσμένα, με πολύ μεγάλη ένταση, να χαράξω το όνομά μου πάνω της... παρόλο που χρησιμοποιούσα τα κλειδιά μου, είχα σχεδόν καταφέρει να χαράξω τα δύο πρώτα γράμματα. Θα πρέπει να είχαν περάσει ώρες όταν το συνειδητοποίησα.
Γέμισα ένταση μέσα μου, δεν ήξερα τί έκανα πια. Σηκώθηκα και περπάτησα μέσα στο νεκροταφείο χωρίς να ελέγχω τις σκέψεις μου. Το σκοτάδι έπεσε, κι εγώ βρέθηκα χαμένος μέσα του, να ανησυχώ, να αναρωτιέμαι και να προσπαθώ να καταλάβω... Είχα κυλήσει ξανά, όπως τότε. Ήμουν άρρωστος πάλι, ή μήπως συνέβαινε κάτι άλλο;

Την επόμενη μέρα άνοιξα τα μάτια μου στο πάτωμα του καθιστικού, στο σπίτι. Από εκείνη τη στιγμή και μετά πέρασα δύο μέρες παλεύοντας με το μυαλό μου, μάταια πάντα. Σκέφτηκα ότι ήμουν άρρωστος, ότι χρειαζόμουν βοήθεια. Πανικοβλήθηκα μ' αυτές τις σκέψεις. Βλέπεις, η απομόνωση έχει και το τίμημά της. Αυτό που με βασάνιζε ήταν η σκέψη ότι όντως υπέφερα, ότι όντως η σκέψη μου είχε παρεκκλίνει τόσο πολύ από την πορεία της που δεν είχα πολλές επιλογές πλέον, πέρα από το να ζητήσω βοήθεια. Έπρεπε να καταλάβω, αλλιώς θα τρελαινόμουν... και μέσα σ' όλα αυτά κατάφερα να ερμηνεύσω. Το μυαλό μου είχε παραλύσει, το ίδιο και η ψυχή μου. Το είναι μου προσπαθούσε να ζητήσει βοήθεια μέσα από εκείνο το παραλήρημα. Δεν υπάρχεις, και τώρα το ξέρω. Είσαι νεκρή, κι αυτή είναι η μόνη αλήθεια. Μέσα μου είναι αληθινό, αν και ο εαυτός μου στην επιφάνειά του αρνείται να το δεχτεί. Δεν ήταν ο κόσμος σου εκείνος στον οποίο βρέθηκα, αν είναι δυνατόν να επικοινωνήσουν οι ζωντανοί με τους νεκρούς... Ήταν ο δικός μου κόσμος, ο κόσμος στον οποίο ζω εδώ και τόσα χρόνια.
Η ερμηνεία αυτή -παρόλο που ήταν δική μου, προσωπική, υποκειμενική ερμηνεία- και η εμπιστοσύνη που της έδειξα, με βοήθησαν να ηρεμήσω.

Πέρασε η κυρία Μπένετ χθες. Ήρθε για την επίσκεψη που της είχα προτείνει. Την υποδέχτηκα και συζήτησα μαζί της, αλλά ένιωσα την ανάγκη να της ζητήσω συγνώμη που δεν μπορούσα ακριβώς να είμαι παρών για εκείνην.
Πέρασε ακόμη μια μέρα από τότε, κι εγώ βρήκα ξανά τον εαυτό μου να σκέφτεται όλα εκείνα. Ήταν ακόμη μια ταραχή, αυτό ήταν όλο, μόνο που τώρα πια είχε περάσει. Εγώ την είχα κάνει να περάσει, κι αρχίζω να πιστεύω ότι ξέρω τον τρόπο για να το νικάω, για να το νικήσω μια και καλή. Η ζωή μου είχε πάρει τον δρόμο της εδώ και πολλά χρόνια. Χτύπησα πολλά αδιέξοδα, ένα με την υγεία μου, ένα άλλο με τον θάνατό σου... τώρα, όμως, ξέρω ότι μπορώ κάθε φορά να νικάω. Έτσι κι αλλιώς, μέχρι τώρα μόνο νίκες έχω να θυμάμαι, καμιά ήττα, κι αν λύγισα, σίγουρα δεν έσπασα ακόμα.
Έχω πάρει τις αποφάσεις μου, πια, και ξέρω ότι έχω μια μικρή ζωή στα χέρια μου, τη δική μου. Κάποια στιγμή θα τελειώσει, και στόχος από 'δω και πέρα είναι να κάνω ό,τι μπορώ. Και για κάποιο λόγο πιστεύω ότι μπορώ να κάνω ακόμη περισσότερα απ' όσα έχω ήδη κάνει, τελειώνοντας οριστικά με το κάθε αδιέξοδο. Προσπαθώ να σου πω ότι φεύγω, Χριστίνα. Θα γυρίσω πίσω, και είμαι σίγουρος ότι θα το εκτιμήσεις αυτό. Έχω ήδη ετοιμάσει τα πράγματά μου. Οι βαλίτσες μου βρίσκονται ακριβώς εδώ, δίπλα στο γραφείο μου... Χθες αποχαιρέτησα την κυρία Μπένετ και τον κύριο Τζόνσον και την οικογένειά του. Τους είπα ότι θα έρθω ξανά κάποια στιγμή... ίσως την άνοιξη. Είμαι σίγουρος ότι αυτή δεν είναι η τελευταία φορά που σου γράφω, αλλά είμαι σίγουρος ότι είναι η τελευταία που το κάνω μ' αυτόν τον τρόπο. 
Σ' αγαπάω, τώρα όμως πρέπει να φύγω.
Θα σου γράψω ξανά εν καιρώ.
Αντίο.