Παιδί, Γονείς, Οικογένεια

Αϋπνία και ανορεξία του βρέφους

Α) Διαταραχές του ύπνου
Οι διαταραχές ύπνου απαντιούνται όλο και συχνότερα και αποτελούν την κύρια έκφραση δυσφορίας του βρέφους, είναι συνήθως όμως καλής πρόγνωσης. Δεν πρέπει, εντούτοις, να παραγνωρίζονται, καθώς δημιουργούν εκνευρισμό και προβλήματα στην

 

οικογένεια. Οι ανάγκες του νεογέννητου σε ύπνο είναι 17 ώρες τη μέρα. Τις πρώτες εβδομάδες οι φάσεις ύπνου - εγρήγορσης έχουν διάρκεια τριών έως τεσσάρων ωρών, κατά συνέπεια μέχρι το δεύτερο μήνα είναι φυσιολογικό το μωρό να ξυπνά στη διάρκεια της νύχτας. Περίπου στον τέταρτο μήνα αρχίζει να οργανώνεται μια εναλλαγή ημερήσιου και νυκτερινού ύπνου, που σταθεροποιείται ανάλογα με τις συνθήκες ζωής του βρέφους. Σε ηλικία ενός έτους, το παιδί έχει ανάγκη από 15 ώρες ύπνο και κοιμάται δύο φορές μέσα στη μέρα. Αφού μελετήθηκαν 200 φυσιολογικά παιδιά, διαπιστώθηκε ότι την πρώτη περίοδο τεσσάρων ωρών μη διακοπτόμενου ύπνου το 70% εξ αυτών την απέκτησε σε ηλικία τριών μηνών, το 15% σε ηλικία έξι μηνών και το 10% σε ηλικία ενός έτους. Δεν υπάρχει διαφορά ανάμεσα στα φύλα σε σχέση με την ηλικία ομαλοποίησης του ύπνου, αλλά πάντως τα αγόρια ξυπνούν συχνότερα από ό,τι τα κορίτσια. Ο αριθμός των νυκτερινών ξυπνημάτων δεν έχει σχέση με τη διάρκεια του ημερήσιου ύπνου, αν και η διάρκεια του νυκτερινού ύπνου μπορεί να εμφανίζεται μειωμένη εφόσον το βρέφος κοιμάται πολλές ώρες τη μέρα.

Είναι γενικά παραδεκτό ότι προσπάθειες ομαλοποίησης του ύπνου πρέπει να καταβάλλονται ανάμεσα στον τέταρτο και στον έκτο μήνα της ζωής, διότι μετά αυτό επιτυγχάνεται δυσκολότερα. Σχετική καταγραφή με βίντεο σε σπίτια και σε εργαστήρια ύπνου έδειξε ότι όλα τα βρέφη ξυπνούν κατά τη διάρκεια της νύχτας, αλλά τα περισσότερα ξανακοιμούνται χωρίς να ενοχλήσουν τους γονείς τους.

Οι πραγματικές αϋπνίες κάνουν την εμφάνισή τους πολύ νωρίς, ή δη από τις πρώτες μέρες της ζωής. Οι περίοδοι ύπνου είναι πολύ σύντομες και διακόπτονται από κλάματα που δύσκολα σταματούν, μια κατάσταση που πολύ γρήγορα αλλάζει τη ζωή της οικογένειας. Οι γονείς είναι υποχρεωμένοι να διακόψουν το δικό τους ύπνο και να αφιερώσουν πολύ χρόνο προσπαθώντας να κάνουν το παιδί να ξανακοιμη εί. Το επόμενο πρωί τούς βρίσκει κουρασμένους, εκνευ ρισμένους, με κακή απόδοση στην εργασία τους και με υπερβολικό άγχος. Η αϋπνία του βρέφους είναι πιθανόν να οφείλεται σειδιοσυγκρασιακούς παράγοντες ή οργανικά αίτια -π.χ. βρέφη που γεννήθηκαν πρόωρα παρουσιάζουν συχνότερα διαταραχές ύπνου. Άλλοτε, όμως, η διαταραχή αντανακλά τη δυσκολία της σχέσης με τη μητέρα. Αϋπνίες παρατηρούνται σε περιόδους επιστροφής της μητέρας στην εργασία ή σε κάποιον άλλο αποχωρισμό. Μπορεί, επίσης, να προέρχονται από υπερφόρτωση ερεθισμάτων που εμποδίζουν το βρέφος να χαλαρώσει και να κοιμηθεί -για παράδειγμα, πολλές αγχώδεις μητέρες μιλούν συνέχεια στο παιδί, το ξυπνούν για να δουν αν αναπνέει καλά κ.λπ.Από το δεύτερο χρόνο η σημασία της αϋπνίας αλλάζει, καθώς παρεμβαίνει το άγχος του αποχωρισμούτο να πάει να κοιμηθεί σημαίνει για το παιδί να μείνει μόνο του, να αποχωριστεί τη μητέρα του και να μείνει στο σκοτάδι με μόνη συντροφιά τις φαντασιώσεις του. Έτσι, για να αφεθεί στον ύπνο, έχει ανάγκη να περιτριγυρίζεται από αγαπημένα αντικείμενα (κουκλάκια, ζωάκια), να βυζαίνει το δάχτυλό του, να επαναλαμβάνει τις ίδιες κινήσεις και τελετουργίες που το απαλλάσσουν από το άγχος. Κατά την προσχολική ηλικία παρατηρούνται νυκτερινοί τρόμοι και εφιάλτες. Στους νυκτερινούς τρόμους το παιδί, χωρίς να ξυπνήσει, ανασηκώνεται στο κάθισμά του και κοιτάζει έντρομο δίχως πραγματικά να βλέπει. Το επόμενο πρωί δεν θυμάται να πει τι το είχε τρομάξει. Στους εφιάλτες, αντίθετα, το παιδί ξυπνά φοβισμένο και διηγείται ένα άσχημο όνειρο. Οι νυκτερινοί τρόμοι και οι εφιάλτες είναι συχνά φαινόμενα της πρώτης παιδικής ηλικίας και συνήθως βελτιώνονται ή εξαφανίζονται με το πέρασμα του χρόνου.

Β) Διαταραχές διατροφής
Οι διαταραχές διατροφής αποτελούν πηγή ανησυχίας για τους γονείς και είναι από τις πιο συχνές αιτίες νοσηλείας σε παιδιατρικά τμήματα. Το γεγονός αυτό δεν είναι περίεργο, γιατί ακριβώς η διατροφή είναι ο άξονας γύρω από τον οποίο περιστρέφεται η σχέση μητέρας - παιδιού. Για το ίδιο το βρέφος η διατροφή έχει διπλή λειτουργία: από τη μία, ικανοποιεί την πείνα και τη δίψα του και, από την άλλη, του παρέχει στοματική ευχαρίστηση μέσα από τις κινήσεις των χειλιών, της γλώσσας, του ουρανίσκου και του φάρυγγα, ευχαρίστηση η οποία είναι απαραίτητη για τη φυσιολογική ανάπτυξη της λίμπιντο του παιδιού. Η κυριότερη διαταραχή είναι η ανορεξία. Ορισμένα βρέφη δυσκολεύονται από τις πρώτες μέρες της ζωής τους να θηλάσουν. Οι κινήσεις πιπιλίσματος και κατάποσης συνδυάζονται άσχημα, με αποτέλεσμα πολλές φορές το παιδί να φτύνει το γάλα. Αυτά τα βρέφη είναι συνήθως ευερέθιστα, με απότομες κινήσεις των μελών και αντανακλούν μια αίσθηση δυσφορίας. Υπάρχουν, επίσης, παθητικά βρέφη τα οποία εκδηλώνουν αδιαφορία όχι μόνο για τη λήψη τροφής αλλά για οτιδήποτε έχει σχέση με τη στοματική ευχαρίστηση. Δεν βάζουν το δάχτυλο στο στόμα, δεν αναζητούν την πιπίλα, ούτε και το στήθος της μητέρας τους. Είναι σαν να τους λείπει η διάθεση να ευχαριστηθούν και να ζήσουν.

Σε ακραίες περιπτώσεις, οι δυσκολίες στη λήψη τροφής μπορεί να οδηγήσουν σε καθυστέρηση της ανάπτυξης. Το ενδεχόμενο ψυχολογικοί λόγοι να ευθύνονται για την καθυστέρηση της ανάπτυξης έχει ήδη μελετηθεί και περιγραφεί ως 'σύνδρομο δυστροφίας μη οργανικής αιτιολογίας' σε παιδιά τα οποία, ενώ είναι σωματικά υγιή, αδυνατούν να πάρουν βάρος. Μια άλλη μορφή ανορεξίας της βρεφικής ηλικίας είναι η 'ανορεξία της αντίθεσης', που εμφανίζεται κατά τη διάρκεια του δεύτερου εξαμήνου της ζωής με τη μορφή της άρνησης της τροφής -κυρίως, της στερεάς. Αυτά τα παιδιά έχουν καλή φυσική κατάσταση και φυσιολογική ψυχολογική ανάπτυξη. Η άρνηση της τροφής εμφανίζεται σε μια στιγμή στην οποία το παιδί αποκτά ορισμένο βαθμό αυτονομίας και προσπαθεί να επιβληθεί μέσα στη σχέση στη μητέρα. Ο αποθηλασμός, η προσθήκη νέων τροφών, η αλλαγή διαιτολογίου ή η πίεση να φάει μπορεί να είναι το έναυσμα για αυτήν τη συμπεριφορά του παιδιού. Η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται από έντονες συγκρούσεις και καταστάσεις εκνευρισμού, κατά τις οποίες η μητέρα δοκιμάζει τα πάντα για να καταφέρει το παιδί να τελειώσει έστω και ένα γεύμα. Εκείνο αρνείται πεισματικά, σκορπά το φαγητό του στο πάτωμα και παίρνει κάποιο είδος ικανοποίησης αρνούμενο να υποκύψει στα παρακάλια της μητέρας.Η απλή αυτή αντιδραστική μορφή ανορεξίας υποχωρεί όταν καταλαγιάσει το άγχος της μητέρας, μεταβληθεί η συμπεριφορά της ως προς τη διατροφή και σταματήσει να το πιέζει. Η ανορεξία μπορεί να συνοδεύεται από εμετούς, οι οποίοι αποτελούν αντίδραση στην πίεση που ασκεί η μητέρα την ώρα του φαγητού. Στη συνέχεια, γίνονται τακτικοί και πιθανώς συνεχίζονται για μήνες ή και χρόνια και ενώ η αρχική ανορεξία έχει ξεχαστεί. Άλλοτε, πάλι, παρουσιάζονται ξαφνικά, για παράδειγμα στη διάρκεια ενός χωρισμού από τη μητέρα, οπότε αποτελούν έκφραση της απελπισίας του παιδιού και του άγχους του αποχωρισμού. Στην περίπτωση αυτή, ίσως εκφράζουν τάση αυτοκαταστροφής, έτσι το παιδί χρειάζεται ψυχολογική υποστήριξη.